Πηγή: Γεωτρόπιο, 21 Φεβρουαρίου 2004, αρ. 202, σσ. 34-49.:Κατοικούν στο Βορρά της Ιβηρικής χερσονήσου, ανάμεσα στον Ατλαντικό και τα Πυρηναία, εδώ και χιλιάδες χρόνια. Κατάφεραν να διατηρήσουν την ιδιαίτερη ταυτότητά τους, την αρχαία γλώσσα, τις παραδόσεις, το πάθος για ελευθερία, υπό αντίξοες συνθήκες. Είναι Βάσκοι. Τα τελευταία χρόνια η πανέμορφη χώρα τους έχει συνδεθεί με την τυφλή βία και τις ακραίες διεκδικήσεις, όμως ένα μοναδικό ένστικτο επιβίωσης τούς φέρνει πάλι στον αφρό. Γιατί, όπως λέει και το ρητό τους, «πριν ο Θεός γίνει Θεός και οι πέτρες γίνουν πέτρες, οι Βάσκοι ήταν ήδη Βάσκοι»
Αυτό το μαύρο θηρίο στο βάθος, που βρυχάται, δεν είναι ο Ατλαντικός ωκεανός; Ας πούμε λοιπόν ότι τα φώτα που ανάβουν και σβήνουν περιοδικά μπροστά μου είναι ένας γιγαντιαίος φάρος. Ή μήπως, σινιάλο από πλοίο; Επιταχύνω το ρυθμό και ιδού: οι φωτεινές κουκκίδες πηγαινοέρχονται με συχνότητα αναφιλητού, φευγαλέες αναλαμπές σε δακρυσμένο βλέμμα. Πάμε τώρα όσο πιο αργά γίνεται μέχρι να λιώσει εντελώς η εικόνα, για να επανέλθει ξαφνικά σαν αστραπή. Αν δεν ήμουν τόσο απελπιστικά κουρασμένη, θα πανηγύριζα για την «ανακάλυψη» της χρονιάς. Παραισθήσεις, και μάλιστα ελεγχόμενης τροχιάς, με το απλό πάτημα ενός κουμπιού.
«Σταμάτα να παίζεις με τους υαλοκαθαριστήρες και προσπάθησε να συγκεντρωθείς στην οδήγηση». Ο Massimo, με τον «έξυπνο» ηλεκτρονικό του χάρτη στο ένα χέρι και το γλωσσάριο βασκικών λέξεων στο άλλο, επιχειρεί να βάλει τάξη στο χάος. «Τι να λέει, άραγε, αυτή η πινακίδα;».
Ό,τι και να λέει, καλέ μου συνοδηγέ και συνοδοιπόρε, πρώτον δεν θα το καταλάβουμε γιατί είναι γραμμένο στην ακατανόητη βασκική γλώσσα και, δεύτερον, δεν θα μας βοηθήσει να βρούμε το δρόμο μας στον τυφλό λαβύρινθο (ορατότητα σχεδόν μηδενική λόγω καταρρακτώδους βροχής) ανισόπεδων κόμβων και κυκλικών διασταυρώσεων, όπως δεν μας βοήθησε και τις προηγούμενες φορές που περάσαμε από το ίδιο σημείο. Ας κάνω, όμως, μια προσπάθεια να συγκεντρωθώ.
Η πινακίδα λέει Ongi Etorri, η πόλη που λαμπυρίζει και θολώνει εναλλάξ μπροστά μας, κρυμμένη κάτω από τόνους νερού, είναι το Μπιλμπάο-Bilbo, πρωτεύουσα της επαρχίας Bizkaia. Μαζί με τις επαρχίες Alava με πρωτεύουσα τη Βιτόρια-Γκαστέιθ και Gipuzkoa με πρωτεύουσα το Σαν Σεμπαστιάν-Ντονόστια συναποτελούν τη Χώρα των Βάσκων. Μετά την παύλα ακολουθεί η ονομασία των πόλεων στη βασκική, την euskara, δεύτερη επίσημη γλώσσα της αυτόνομης από το 1979 κοινότητας της Ισπανίας. Η Χώρα των Βάσκων με 7.234 τ. χλμ. στο Βορρά της Ιβηρικής χερσονήσου, ή αλλιώς ένα τεράστιο αγκάθι στα πλευρά του ισπανικού βασιλείου.
Μυστήρια φυλή οι Βάσκοι, θεματοφύλακες μιας παράδοσης που οι απαρχές της χάνονται στο χρόνο. Αρχαιολογικά ευρήματα (μεγαλιθικά μνημεία, όπως το Aizkomendi, τοιχογραφίες στο σπήλαιο της Santimamiñe), γλωσσολογικές και εθνογραφικές μελέτες οδηγούν στο συμπέρασμα ότι κατοικούν αδιαλείπτως σε αυτήν την περιοχή, ανάμεσα στις δυτικές απολήξεις των Πυρηναίων και τον Βισκαϊκό κόλπο, ήδη από τους προϊστορικούς χρόνους. Μια από τις παλαιότερες φυλές της Ευρώπης, ίσως και η παλαιότερη που έχει απομείνει, οι Βάσκοι αντιστάθηκαν στις εισβολές βαρβαρικών φυλών, Βησιγότθων, Φράγκων, Νορμανδών και Μαυριτανών. Από το 13ο-14ο αιώνα, οπότε και υπάγονται στο στέμμα της Καστίλης, μέχρι και τα τέλη του 19ου αιώνα διεκδίκησαν και πέτυχαν την αυτονομία τους, διατηρώντας τα fueros, νόμους που ρύθμιζαν την εσωτερική οργάνωση κάθε περιοχής με βάση το εθιμικό δίκαιο και συνήθειες αιώνων.
Αυτοπροσδιορίζονται ως Euskaldunak, που σημαίνει άνθρωποι που μιλούν την euskara, και ο τόπος τους είναι η Euskal Herria, δηλαδή εκεί που μιλάνε euskara. Βάσκους εκτός από την Ιβηρική χερσόνησο θα συναντήσουμε και στη Γαλλία, στο διαμέρισμα Pyrènèes-Atlantiques, με την ίδια γλώσσα και τις ίδιες παραδόσεις. Στόχος των Βάσκων αυτονομιστών είναι τα σύνορα που σήμερα χωρίζουν την Ισπανία από τη Γαλλία να ενώσουν κάποτε την Euskal Herria.
Επί Φράνκο έγινε συστηματική προσπάθεια να αλλοιωθούν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των Βάσκων και να αφομοιωθούν στο ισπανικό κράτος. Απαγορεύθηκε η γλώσσα τους, εξορίστηκαν χιλιάδες άνθρωποι. Τη δεκαετία του '60 κάνει την εμφάνισή της η ένοπλη οργάνωση ΕΤΑ (αρκτικόλεξο του Euskadi Ta Askatasuna, «για την Πατρίδα των Βάσκων και την Ελευθερία»). Η ΕΤΑ συνέχισε τη βίαιη δράση της (βομβιστικές ενέργειες, δολοφονίες, απαγωγές) και μετά το θάνατο του Φράνκο και την αποκατάσταση της δημοκρατίας, διεκδικώντας πλήρη ανεξαρτητοποίηση. Συνολικός απολογισμός: πάνω από 800 νεκροί, επιλεγμένοι στόχοι αλλά και αθώοι περαστικοί. Παρά τη σύλληψη ηγετικών στελεχών και τη 14μηνη εκεχειρία του 1998, η ΕΤΑ εξακολουθεί τη δράση της εντός και εκτός της Χώρας των Βάσκων, με συνέπεια τη λήψη αυστηρών μέτρων εκ μέρους του ισπανικού κράτους. Πρόσφατα παραδείγματα: τον Αύγουστο του 2002 το κοινοβουλευτικό κόμμα Batasuna (εκλεγμένο από το λαό) κρίθηκε παράνομο, κατηγορούμενο για διασυνδέσεις με την ΕΤΑ, γεγονός που αρνούνται οι εκπρόσωποί του, χωρίς όμως να καταδικάζουν τη δράση της. Το Φεβρουάριο του 2003 έκλεισε η καθημερινή εφημερίδα «Egunkaria», η μόνη γραμμένη αποκλειστικά στην euskara, με την αιτιολογία ότι βοηθούσε στη διάδοση της τρομοκρατικής ιδεολογίας. Ήταν ένα χτύπημα κατά της ελευθεροτυπίας.
Τα φώτα της δημοσιότητας εστιάζουν στις σημερινές ακραίες εκδηλώσεις της μακραίωνης πάλης των Βάσκων να διατηρήσουν τη διαφορετικότητά τους και τις βαφτίζουν «τρομοκρατικές». Εύκολη λύση. Το δύσκολο είναι να καταλάβεις την ουσία και την ομορφιά αυτού του τόπου και αυτού του λαού, που αρνείται να διαβεί την πόρτα του μουσείου των παλαιών φυλών της Ευρώπης. Αντί να τους μελετάνε οι ανθρωπολόγοι, τους σχολιάζουν οι πολιτικοί αναλυτές.
Η euskara, η γλώσσα που τους προσδιορίζει, αντικατοπτρίζει και τη μοναχική πορεία τους μέσα από τους αιώνες: οι γλωσσολόγοι δεν κατόρθωσαν να ανιχνεύσουν συγγένεια με καμιά γνωστή γλώσσα, ινδοευρωπαϊκή ή άλλη. Είναι η μόνη που απέμεινε από τις γλώσσες που μιλιούνταν στη νοτιοδυτική Ευρώπη πριν από την κατάκτηση των Ρωμαίων, μια γλώσσα με ιστορία που φτάνει μέχρι και τα 6.000 χρόνια. Ίσως να είμαι υπερβολική, αλλά εμένα αυτό μου φαίνεται συγκινητικό έως δακρύων.
Το «στοίχημα» του Μπιλμπάο
Προς το παρόν είμαστε ακόμη στον περιφερειακό του Μπιλμπάο και λέω να κλάψω για άλλο λόγο. Φτάσαμε στην πόλη αργά το απόγευμα, αφού είχαμε διανύσει περίπου 1.000 χλμ. ηπειρωτικής Ευρώπης. Εκεί μας περίμενε η «έκπληξη»: λόγω απρόσμενης επιτυχίας μιας τοπικής γιορτής συν τη σταθερή πελατεία του διάσημου μουσείου μοντέρνας τέχνης Guggenheim, δεν υπήρχε ίχνος διαθέσιμου δωματίου σε ακτίνα αρκετών χιλιομέτρων. Και να σκεφθεί κανείς ότι, πριν από 10 χρόνια, η φράση «τουρίστας στο Μπιλμπάο» ανήκε στην κατηγορία των πιο σύντομων ανεκδότων! Υπό καταρρακτώδη βροχή βγήκαμε ξανά στο δρόμο ψάχνοντας το Getxo, το επίνειο του Μπιλμπάο. Το «botxo», δηλαδή «η τρύπα», όπως χαϊδευτικά λένε την πόλη τους οι Bilbaínos καθώς περιστοιχίζεται από λόφους, είναι χτισμένο σε απόσταση 11 χιλιομέτρων από τον Ατλαντικό ωκεανό, με τον οποίο συνδέεται μέσω του πλωτού ποταμού Nervión.
Σε αυτό το ποτάμι το Μπιλμπάο οφείλει το όνομά του (από το bi albo που στα βασκικά σημαίνει «δύο όχθες») και την παλιά του αίγλη. Χτισμένο σε μια περιοχή με πλούσια κοιτάσματα σιδήρου, το Μπιλμπάο εκμεταλλεύτηκε την προνομιακή του θέση στον ωκεανό και την ασφάλεια που του έδινε το ποτάμι. Ήδη από τις αρχές του 16ου αιώνα ήταν ένα από τα κύρια λιμάνια που ένωναν την Ισπανία με την Ευρώπη και αργότερα με την Αμερική, ενώ στη συνέχεια εξελίχθηκε σε βιομηχανικό και εμπορικό κέντρο. Εξακολουθεί να είναι το σημαντικότερο λιμάνι της Ισπανίας, αλλά οι παλιές καλές ημέρες έχουν τελειώσει ήδη από τη δεκαετία του '70. «Προίκισαν την πόλη με γαλλικού τύπου μπουλβάρ, με μνημειώδεις εκκλησίες και κτίρια εκλεκτικιστικού ρυθμού, με το πανέμορφο θέατρο Arriaga κατά το πρότυπο της γαλλικής Όπερας, με την αγορά Mercado de la Ribera (τη μεγαλύτερη κλειστή αγορά της Ευρώπης, ρεκόρ Γκίνες παρακαλώ). Της άφησαν όμως και τη φήμη της γκρίζας, βιομηχανικής πόλης.
Ώσπου το 1997 σκάει η «βόμβα» –όχι της ΕΤΑ, η άλλη του Guggenheim. Το φουτουριστικό κτίριο του Frank O. Gehry, κάτι ανάμεσα σε πλοίο και ψάρι, χτίστηκε στην πρώην βιομηχανική ζώνη του Μπιλμπάο δίπλα στο ποτάμι, για να στεγάσει έργα μοντέρνας τέχνης στου ιδρύματος Solomon R. Guggenheim. Η επιλογή του χώρου και του κτιρίου δεν ήταν τυχαία: το Guggenheim ερχόταν να συνδέσει το παρελθόν του βιομηχανικού Μπιλμπάο με ένα μέλλον που ελάχιστοι είχαν υποψιαστεί πόσο διαφορετικό θα ήταν. Κυρίως οι Bilbaínos οι οποίοι, εκτός από το αισθητικό σοκ, έπρεπε να χωνέψουν και το τεράστιο ποσόν –160 εκατομμ. δολάρια– που ξοδεύτηκε. Τα αποτελέσματα δεν άργησαν να φανούν. Τον πρώτο χρόνο της λειτουργίας του το Guggenheim προσέλκυσε 1.300.000 επισκέπτες, ενώ οι πιο αισιόδοξες προβλέψεις μιλούσαν για 400.000! Το Μπιλμπάο εκτοξεύτηκε γρήγορα στις πρώτες θέσεις των «προορισμών του Σαββατοκύριακου».
Σήμερα το Μπιλμπάο είναι μια από τις πιο δυναμικά αναπτυσσόμενες πόλεις της Ευρώπης. Το Guggenheim έδωσε το έναυσμα για μια συνολική αναμόρφωση, αν όχι αναγέννηση της πόλης, με έμφαση στο σύγχρονο ντιζάιν και την «αρχιτεκτονική τοπίου». Αυτή η τάση είναι φανερή ακόμη και στα έργα υποδομής που πραγματοποιήθηκαν τα τελευταία χρόνια, όπως το μετρό, σχεδιασμένο από το διάσημο αρχιτέκτονα Norman Foster, το υπερσύγχρονο τραμ, το αεροδρόμιο La Paloma, έργο του ακόμη πιο διάσημου καθ' ημάς Σαντιάγο Καλατράβα. Ο ίδιος έχει «υπογράψει» και τη γέφυρα πεζών Zubizuri στην περιοχή του Guggenheim, όπου χιλιάδες τετραγωνικά μέτρα πρώην βιομηχανικής ζώνης αναπλάστηκαν σε χώρους αναψυχής και περιπάτου.
Φτάσαμε στο Getxo, είδαμε και την εντυπωσιακή Puente de Bizkaia, την πρώτη γερανογέφυρα στον κόσμο (1893), ένα μνημείο βιομηχανικής αρχαιολογίας ακόμη σε λειτουργία, αλλά δωμάτιο δεν βρήκαμε. Επόμενος σταθμός Gernika-Lumo. Ναι, πρόκειται για τη γνωστή Γκερνίκα, ιερή πόλη και σύμβολο της ελευθερίας των Βάσκων, που βομβαρδίστηκε κατά τον ισπανικό εμφύλιο. Από την παλιά Γκερνίκα έμεινε μόνο η ιερή βελανιδιά, γύρω από την οποία παραδοσιακά συνεδρίαζαν οι εκπρόσωποι των Βάσκων, και η φήμη της από το διάσημο έργο του Πικάσο. Για να φτάσουμε, όμως, πρέπει πρώτα να βρούμε τη σωστή έξοδο.
Δεν φταίει μόνο στο σκοτάδι, η κούραση και η βροχή («Βρέχει στο Μπιλμπάο, βρέχει σ' όλο τον κόσμο», τώρα αρχίζω να καταλαβαίνω τι εννοούσε ο Κοέλιο). Φταίνε και οι πινακίδες όπου έχει σβηστεί καλλιτεχνικώς η ισπανική «βερσιόν» και έχει μείνει η euskara. Αυτό ισχύει για τα παράλια και τις μεγάλες πόλεις, γιατί στην ενδοχώρα δεν χρειάστηκε να μπουν στον κόπο. Εκεί η μόνη γλώσσα που χρησιμοποιείται είναι η βασκική. Τελευταία αναλαμπή, λίγο πριν επιστρέψω στην αφασία των υαλοκαθαριστήρων: τα ονόματα Γκεβάρα και Μπολίβαρ είναι βασκικής προέλευσης. Στην επαρχία Álava υπάρχει μάλιστα και χωριό Γκεβάρα, απ' όπου υποτίθεται ότι έλκει εν μέρει την καταγωγή του ο Τσε.
Αυτό ήταν. Και μόνο που ανέφερα το όνομα, ανανεώθηκε η αγωνιστική μου διάθεση. Αφήνω το αυτοκίνητο με τον «έξυπνο» χάρτη την άκρη και βγαίνω έξω, μήπως και μας εντοπίσει ο καλός Θεός των ταξιδιωτών και βρεθεί λύση. Και μας εντόπισε!
«Άμπλας εσπανιόλ;», ρωτάω τον ευγενικό οδηγό που σταμάτησε σχεδόν αμέσως (σε δρόμο ταχείας κυκλοφορίας) να βοηθήσει. Αφελής η ερώτησή μου. Και βέβαια μιλούσε ισπανικά ο άνθρωπος ή μάλλον καστιγιάνο, όπως με διόρθωσε. Οι περισσότεροι Βάσκοι που ζουν σε μεγάλα αστικά κέντρα δεν χρησιμοποιούν στην καθημερινή τους ζωή την euskara· στη χειρότερη των περιπτώσεων απλώς καταλαβαίνουν σκόρπιες λέξεις. («Η κατάσταση αλλάζει, ολοένα και περισσότεροι νέοι άνθρωποι, ιδίως παιδιά, ενδιαφέρονται να μάθουν τη γλώσσα τους», ήταν το αισιόδοξο μήνυμα που θα μου έδινε λίγες μέρες αργότερα ο Χάμπι, δημοσιογράφος, πρώην συνεργάτης της εφημερίδας «Egunkaria» και νυν εργαζόμενος σε μη κυβερνητικό, εννοείται, οργανισμό για τη διάδοση της βασκικής γλώσσας).
Τέλος πάντων, ο ευγενής οδηγός μάς βοήθησε να βρούμε το δρόμο μας. Eskerrik asko, που στα βασκικά σημαίνει «ευχαριστώ». Και μια που σε βρήκαμε εξυπηρετικό, καλέ μου άνθρωπε, δεν μας λες και τι σημαίνει η φράση «Ongi Etorri»; «Καλώς ήλθατε», μου απάντησε και είχα την αίσθηση, μην πω τη βεβαιότητα, ότι το εννοούσε.
Μπελ Επόκ και Μπομπ Μάρλεϊ
Σχεδόν ένα μήνα μετά την επεισοδιακή μας άφιξη είχα καταλήξει σε κάποια βασικά συμπεράσματα: α) η euskara δεν είναι τόσο ακατανόητη όσο μου είχε φανεί στην αρχή· β) ο περιφερειακός του Μπιλμπάο θέλει λίγη εγρήγορση, αλλά οι πινακίδες βοηθάνε· γ) οι λόφοι που ζωγραφίζαμε παιδιά, τέλεια στρογγυλεμένοι κώνοι «ακουμπισμένοι» ο ένας δίπλα στον άλλον και χρωματισμένοι με όλη την γκάμα του πράσινου που διέθετε η κασετίνα μας, δεν αποτελούν προϊόν συλλογικής παιδικής φαντασίωσης. Υπάρχουν. Η επαρχία Gipuzkoa, ιδίως γύρω από το Σαν Σεμπαστιάν, είναι διάσπαρτη από τέτοια καλλιτεχνικά θαύματα της φύσης· δ) εμφανή κίνδυνο δεν πρόκειται να νιώσει ο ταξιδιώτης στη Χώρα των Βάσκων (για τον αφανή, ισχύει το σοφό ρητό «αν έχεις τύχη διάβαινε»). Το διάχυτο αντιισπανικό μένος εκφράζεται κυρίως σε αφίσες και γκράφιτι στους τοίχους, μπογιές στα ισπανικά κυβερνητικά κτίρια, βασκικές σημαίες στα μπαλκόνια. Και ιδού το παράδοξο: η ατμόσφαιρα είναι πιο ηλεκτρισμένη όχι στο Μπιλμπάο, όπως θα περίμενε κανείς, αλλά στο Σαν Σεμπαστιάν! Ναι, σε αυτή την πόλη-κόσμημα κοντά στα σύνορα με τη Γαλλία, που είναι και το δυνατό τουριστικό χαρτί της Χώρας των Βάσκων. Για τους ενθουσιώδεις υποστηρικτές του, το Σαν Σεμπαστιάν είναι η ωραιότερη πόλη στον κόσμο. Για τους «αντικειμενικούς», μία από τις ωραιότερες...
Χτισμένο σε ένα εντυπωσιακό φυσικό περιβάλλον που θυμίζει Ρίο ντε Ζανέιρο σε μικρή κλίμακα, το Σαν Σεμπαστιάν θα μπορούσε να είναι η επιτομή της κομψότητας και της νωχελικής χάρης σε πολεοδομικό επίπεδο. Το ταπεινό ψαροχώρι μεταμορφώθηκε σε θέρετρο της υψηλής κοινωνίας ήδη από το 19ο αιώνα, όταν η βασίλισσα Ιισαβέλλα Β' το επέλεξε για τις θερινές της διακοπές. Τη «βασιλική» παράδοση συνέχισε η Μαρία Κριστίνα και επί των ημερών της (τέλη 19ου αιώνα αρχές 20ού, δηλαδή η εποχή που ονομάζουμε Μπελ Επόκ) το Σαν Σεμπαστιάν έγινε τόπος συνάντησης της ευρωπαϊκής αφρόκρεμας. Στα σαλόνια του καζίνου (σήμερα στο ίδιο κτίριο στεγάζεται το δημαρχείο) συνωστιζόταν ο πλούτος, η αριστοκρατία και η ομορφιά της Ευρώπης, όπως και στη «βασιλική» παραλία, την αχανή, πανέμορφη, αμμουδερή Concha, μια από τις ωραιότερες παραλίες που μπορεί να βρει κανείς μέσα σε πόλη.
Η απαγόρευση της χαρτοπαιξίας αλλά κυρίως οι πόλεμοι (Εμφύλιος, Β' Παγκόσμιος, αλλά και οι διεκδικήσεις της ΕΤΑ) οδήγησαν σε παρακμή το Σαν Σεμπαστιάν, ευτυχώς προσωρινή. Τα τελευταία χρόνια οι τουρίστες επέστρεψαν, ιδίως Γάλλοι και Ιταλοί, σπανίως Ισπανοί με εξαίρεση τους Καταλανούς –περιέργως οι Έλληνες δεν έχουν ανακαλύψει ακόμη αυτό τον παραδείσιο τόπο. Το Σαν Σεμπαστιάν διατηρεί την παλιά κοσμοπολίτικη ατμόσφαιρά του, στην οποία έχει προστεθεί και μια χίπικη πινελιά: συχνάζοντας στα καφέ είχα την ευκαιρία να φρεσκάρω τις γνώσεις μου περί ρέγκε και όλες τις μεγάλες επιτυχίες του αδιαφιλονίκητου βασιλιά της, Μπομπ Μάρλεϊ. Έχει κι ένα αξιοσημείωτο ρεκόρ: η Παλιά Πόλη, η Parte Vieja, διαθέτει τη μεγαλύτερη συγκέντρωση μπαρ ανά τετραγωνικό μέτρο σε ολόκληρη την Ισπανία. Οι Βάσκοι φημίζονται για την υψηλή τους γαστρονομία· στην περίπτωση του Σαν Σεμπαστιάν, η λατρεία του φαγητού και του ποτού έχει αναχθεί σε τέχνη. Μια από τις αγαπημένες συνήθειες των Donostiarras, όπως ονομάζονται οι κάτοικοί του, είναι το poteo ή txikiteo. Μαζεύονται σε παρέες, άντρες και γυναίκες κάθε ηλικίας, και πηγαίνουν από το ένα μπαρ στο άλλο. Στην πραγματικότητα μένουν όρθιοι, έξω από τα μπαρ, τα οποία άλλωστε είναι πολύ μικρά, με ένα ποτήρι στο χέρι κι ένα μεζέ. Αυτό το τελετουργικό συνήθως επαναλαμβάνεται δυο φορές την ημέρα.
Τελευταίο συμπέρασμα: το σημαντικότερο αξιοθέατρο της Χώρας των Βάσκων είναι οι ίδιοι οι Βάσκοι. Έχουν τη φήμη ανθρώπων κλειστών και επίμονων, αφοσιωμένων στο καθήκον, αλλά ταυτόχρονα είναι τόσο στενά συνδεδεμένοι με τις χαρές της ζωής, είτε στην καθημερινότητά τους είτε στις πολυάριθμες γιορτές τους. Ίσως η καλύτερη ευκαιρία για να καταλάβει κάποιος την περίπτωση «Βάσκοι», είναι να τους παρακολουθήσει όταν παίζουν την πελότα, το παραδοσιακό τους άθλημα. Απλό, σχεδόν πρωτόγονο, αλλά εκρηκτικό, με μια ένταση που σε μαγνητίζει. Οι παίκτες, λευκοντυμένοι και κομψοί, πιάνουν με γυμνό χέρι ή με γάντι μια μικρή αλλά βαριά μπάλα και την επιστρέφουν με δύναμη. Στροβιλίζονται στον αέρα, σχεδόν πετάνε. Πίσω από τη μυϊκή δύναμη, την ταχύτητα και την ευελιξία υπάρχει βία, κι όμως δεν αγγίζει ο ένας τον άλλον. Αντίπαλός τους είναι ο τοίχος.
Μερική αυτονομία από το 1979
Οι Βάσκοι που ζουν σε ευρωπαϊκά εδάφη αριθμούν 2,2 εκατομμύρια άτομα. Μοιράζονται στην πλειονότητά τους σε ισπανικά εδάφη, όπου συνολικά ζουν 2,1 εκατομμύρια άτομα, στην αυτόνομη κοινότητα-περιοχή της Χώρας των Βάσκων και της γειτονικής επαρχίας της Ναβάρας, και στη γαλλική παραμεθόριο των ισπανικών συνόρων, όπου ζουν 130.000 άτομα, στην περιοχή με τη διοικητική ονομασία Πυρηναία-Ατλαντικός, που έχει γνωστότερη πόλη το παραθαλάσσιο θέρετρο Μπιαρίτζ. Στους Βάσκους έχει αναγνωριστεί από το ισπανικό κράτος καθεστώς μερικής αυτονομίας από το 1979, με το ρόλο της διοικητικής πρωτεύουσας να έχει ανατεθεί στη Βιτόρια, όπου βρίσκονται οι έδρες της βασκικής κυβέρνησης και του τοπικού κοινοβουλίου.
Τα γραφικά και πολυποίκιλα τοπία στη Χώρα των Βάσκων, που περιλαμβάνουν ψηλά βουνά, κοιλάδες και ημιορεινά λιβάδια-βοσκότοπους, οι παλιές διατηρημένες πόλεις αλλά και το ενδιαφέρον ανάγλυφο των ακτών στο Βισκαϊκό κόλπο και στον Ατλαντικό ωκεανό αποτελούν ορισμένα από τα προβαλλόμενα τουριστικά «όπλα» των Βάσκων για την προσέλκυση επισκεπτών. Οι οποίοι θα ήταν προφανώς πολλαπλάσιοι εάν είχε επιλυθεί το οξύ πολιτικό ζήτημα της βασκικής αυτονομίας, που επανέρχεται διαρκώς στην ατζέντα της διεθνούς ειδησεογραφίας, συχνά με πολύ δυσάρεστο τρόπο. Παρά τα πολιτικά πάθη, οι Βάσκοι έχουν αξιόλογη τοπική οικονομία και ο κοινωνικός πλούτος –αν και υπολείπεται ελαφρώς του εθνικού ισπανικού μέσου όρου– είναι υψηλός, καθώς στους κατοίκους της Χώρας των Βάσκων αντιστοιχεί ετήσιο κατά κεφαλήν ΑΕΠ 25.000 δολαρίων. Εκτός από τον τουρισμό, σημαντικό ρόλο έχει η βιομηχανία με περισσότερο αναπτυγμένους κλάδους τη μεταλλουργία, τη χαρτοβιομηχανία και τη βιομηχανία επεξεργασίας τροφίμων, ενώ ο πρωτογενής τομέας με την παραδοσιακή κτηνοτροφία, τις καλλιέργειες δημητριακών και την αλιεία συρρικνώνεται διαρκώς και σήμερα δεν ξεπερνά το 1,5% του τοπικού ΑΕΠ. Επίσης, μεγάλη ανάπτυξη έχουν οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες με κέντρο αναφοράς το Μπιλμπάο.
Πηγή: Γεωτρόπιο, 21 Φεβρουαρίου 2004, αρ. 202, σσ. 34-49.